Πρόσφατες Μεταρρυθμίσεις του Οικογενειακού Δικαίου

Η αναθεώρηση και ο εκσυγχρονισμός του Οικογενειακού Δικαίου ήτο απαραίτητη τόσο σε σχέση με την εφαρμογή των σχετικών νόμων όσο και σε σχέση με την ανάγκη η νομοθεσία να μπορεί να ανταποκριθεί στις σημερινές απαιτήσεις. Απώτερος σκοπός της εν λόγω μεταρρύθμισης είναι προάσπιση των δικαιωμάτων και το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού, την περαιτέρω βελτίωση των σχέσεων μεταξύ γονέων και τέκνων, την ισότητα μεταξύ των γονέων, την ίση κατανομή των μεταξύ τους βαρών, τη γρήγορη εκδίκαση των υποθέσεων και γενικότερα την εξομάλυνση των οικογενειακών σχέσεων.

Συγκεκριμένα, η Βουλή των Αντιπροσώπων την 02/12/2022 ψήφισε τα πιο κάτω νομοσχέδια τα οποία τροποποιούν το Οικογενειακό Δίκιο ως εξής:

  1. Ο Περί της 18ης  Τροποποίησης του Συντάγματος Νόμος του 2023

Το πρώτο νομοσχέδιο τροποποιεί το άρθρου 111 του Συντάγματος, ώστε η εκδίκαση των υποθέσεων διαζυγίου από τα οικογενειακά δικαστήρια να γίνεται υπό μονομελή σύνθεση αντί υπό τριμελή σύνθεση ως η ισχύουσα ρύθμιση. Περαιτέρω, το άρθρο 111 του Συντάγματος τροποποιήθηκε με τέτοιο τρόπο όπου διευρύνθηκε το πεδίο των αρμοδιοτήτων των Οικογενειακών Δικαστηρίων  ώστε αυτά να εκδικάζουν οποιαδήποτε οικογενειακή διαφορά, ανεξαρτήτως εάν οι διάδικοι ανήκουν στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία ή σε θρησκευτική ομάδα, και περιορίστηκε η εφαρμογή των λόγων διαζυγίου που προβλέπονται στο Σύνταγμα στους γάμους που έχουν ιερολογηθεί βάσει των θρησκευτικών κανόνων της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.  Η εν λόγω ρύθμιση σκοπό έχει την εξοικονόμηση δικαστικού χρόνου και ταχύτερης απονομής της δικαιοσύνης.

  • Ο περί Απόπειρας Συνδιαλλαγής και Πνευματικής Λύσης του Γάμου Νόμου

Σκοπός της τροποποίησης του περί Απόπειρας Συνδιαλλαγής και Πνευματικής Λύσης του Γάμου Νόμου είναι να αναθεωρηθούν επιμέρους οι διατάξεις του που αφορούν στην απόπειρα συνδιαλλαγής και πνευματικής λύσης του γάμου.

Μια βασική τροποποίηση έφερε το άρθρο 4(1) του βασικού νόμου όπου μειώθηκε η προθεσμία καταχώρησης αγωγής για λύση του γάμου μετά την επίδοση της γνωστοποίησης στον αρμόδιο Επίσκοπό από τρείς (3) μήνες σε έξι (6) εβδομάδες).

Τροποποιήθηκε επίσης το άρθρο 3 του βασικού νόμου με την αντικατάσταση της φράσης «φρενοβλάβεια του άλλου συζύγου», ο οποίος προβλέπεται ως ένας από τους επικαλούμενους λόγους για λύση του γάμου για τον οποίο δεν απαιτείται η παράδοση γνωστοποίησης στον επίσκοπο πριν από την καταχώριση της σχετικής αγωγής για λύση του εν λόγω γάμου, με τον όρο «ψυχική νόσος του άλλου συζύγου», η οποία θα πρέπει να πιστοποιείται από αρμόδιο κυβερνητικό γιατρό.

Περαιτέρω προστέθηκε το άρθρο 3 όπου δίνεται η δυνατότητα ηλεκτρονικής αποστολής της γνωστοποίησης στον επίσκοπο, για την απόδειξη της οποίας προβλέπεται η κατάθεση της ηλεκτρονικής απόδειξης της αποστολής αυτής στη γραμματεία του αρμόδιου οικογενειακού δικαστηρίου.

Περαιτέρω αντικαταστάθηκε το άρθρο 5 του βασικού νόμου και έτσι τροποποιήθηκε η  κοινοποίηση του αποτελέσματος της συνδιαλλαγής, ώστε σε περίπτωση αποτυχίας της συνδιαλλαγής ο επίσκοπος να δίνει στους συζύγους βεβαίωση η οποία να δεικνύει την πνευματική λύση του γάμου, ενώ σε περίπτωση μη πραγματοποίησης της συνδιαλλαγής να συντάσσει σχετικό πρακτικό στο οποίο να επεξηγεί τους λόγους για τους οποίους δεν πραγματοποιήθηκε η συνδιαλλαγή

Τέλος, προστέθηκε το «Δεύτερο Μέρος» ως αναγράφεται στο τροποποιημένο Νόμο όπου προστέθηκαν ακόμη 8 άρθρα αναφορικά με τη απόπειρα συνδιαλλαγής και πνευματικής λύσης γάμου ο οποίος ιερολογήθηκε σύμφωνα με τους θρησκευτικούς κανόνες θρησκευτικής ομάδας.

  • Ο περί Γάμου Νόμος

Σκοπός της τροποποίησης του περί Γάμου Νόμου, είναι να ρυθμιστούν θέματα που σχετίζονται μεταξύ άλλων με την τέλεση γάμου και τους λόγους λύσης του γάμου.

Αρχικά τροποποιήθηκε το άρθρο 11(2) όπου πλέον δίνεται η δυνατότητα τέλεσης γάμου σε χώρο που επιλέγεται από τα πρόσωπα που προτίθεται να τελέσουν γάμο, ο οποίος εγκρίνεται από τον Λειτουργό Τέλεσης Γάμου. Τροποποιήθηκε επίσης το άρθρο 17(2)  του βασικού Νόμου όπου αυξήθηκε το ηλικιακό όριο τέλεσης γάμου από τα δεκαέξι (16) στα δεκαοκτώ (18) έτη με στόχο τη συμμόρφωση της εθνικής νομοθεσίας με τα ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα.

Τροποποίηση έτυχε και το Μέρος VI του βασικού το οποίο αφορά την ακύρωση ή λύση του γάμου. Συγκεκριμένα με την τροποποίηση διαφοροποιήθηκε ο χρόνος επέλευσης των αποτελεσμάτων ακύρωσης ή κήρυξης ακυρότητας ακυρώσιμου γάμου, αντίστοιχα, ώστε η ακύρωση να λειτουργεί εξ υπαρχής. Περαιτέρω, απάλειψη του προαπαιτουμένου της έκδοσης δικαστικής απόφασης για αναγνώριση ανυπόστατου γάμου και επέκταση του πεδίου εφαρμογής της βασικής νομοθεσίας, ώστε οι ρυθμίσεις που αφορούν στην ακύρωση και λύση γάμου να εφαρμόζονται σε όλους ανεξαιρέτως τους γάμους για τους οποίους έχουν δικαιοδοσία να επιληφθούν τα δικαστήρια της Δημοκρατίας.

Η πιο βασική τροποποίηση του έτυχε ο εν λόγω Νόμος είναι η τροποποίηση του άρθρου 27 καθώς αναδιατυπωθήκαν οι λόγοι διαζυγίου που προβλέπονται στη βασική νομοθεσία και προστέθηκε ο θεσμός του συναινετικού διαζυγίου. Αρχικά μειώθηκε το χρονικό διαστήματος που απαιτείται να βρίσκονται οι σύζυγοι σε διάσταση, ώστε να τεκμαίρεται αμάχητα ο κλονισμός των σχέσεων αυτών, από τα τέσσερα στα δύο έτη και συνακόλουθα η μείωση του χρονικού διαστήματος των επιτρεπτών μικρών διακοπών του προβλεπόμενου χρόνου διάστασης των συζύγων από τους έξι μήνες στους τέσσερις [άρθρο 27(β)].

Η προσθήκη του άρθρου 27(1) (γ) στον Νόμο θεσπίζει τη δυνατότητα καταχώρισης αίτησης για συναινετική λύση γάμου. Προϋποθέτει όμως το εν λόγω άρθρο ότι σε περίπτωση κατά την οποία υπάρχουν ανήλικα τέκνα, το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει απόφαση για λύση του γάμου, εφόσον οι σύζυγοι έχουν καταχωρίσει στο Δικαστήριο αντίγραφο της δικαστικής απόφασης, η οποία ρυθμίζει ζητήματα επιμέλειας τέκνων ή επικοινωνίας με αυτά, ή αίτηση με την οποία ζητείται από το Δικαστήριο η έκδοση εκ συμφώνου απόφασης για τα εν λόγω ζητήματα, η οποία και εκδίδεται κατά την έκδοση απόφασης λύσης γάμου.