Καταθέτης της πρώην Λαϊκής Τράπεζας κατά ή περί το 2013 προέβη σε καταχώρηση αγωγής εναντίον της Λαϊκής Τράπεζας, της Κεντρικής Τράπεζας και της Κυπριακής Δημοκρατίας με την οποία αξίωσε αποζημιώσεις ως ζημίες που υπέστη εξαιτίας του γεγονότος ότι απώλεσε τα κατατεθειμένα χρήματα του στη Λαϊκή Τράπεζα ένεκα του «κουρέματος».
Ως είναι καλά γνωστό στον κυπριακό λαό τον Μάρτιο του 2013 η Κυπριακή Δημοκρατία συμφώνησε με διεθνείς δανειστές, γνωστούς ως ΤΡΟΙΚΑ, τον δανεισμό της και ο εν λόγω δανεισμός επέφερε την ανάγκη για πρώτη και μοναδική φορά του «κουρέματος» των καταθέσεων.
Διαπίστωση ευθύνης της Κεντρικής Τράπεζας
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Κεντρική Τράπεζα επέδειξε την απαιτούμενη αμέλεια έναντι του καταθέτη της Λαϊκής Τράπεζας για τους ακόλουθους λόγους:
- Η Κεντρική Τράπεζα επέτρεψε όπως ο τραπεζικός τομέας επεκταθεί χωρίς έλεγχο ή προστασία στα συμφέροντα των καταθετών και χωρίς να λαμβάνει τα δέοντα μέτρα αντιμετώπισης της έλλειψης ρευστότητας η οποία διαπιστώθηκε από την ίδια την Κεντρική Τράπεζα από το 2010. Η Κεντρική Τράπεζα κατά ή περί το 2010 επέτρεψε στην Λαϊκή Τράπεζα να αγοράσει Ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου, παρά το γεγονός ότι γνώριζε την κακή κατάσταση ρευστότητας της Λαϊκής Τράπεζας, κάτι το οποίο δεν ήταν λογικό να επιτρεπόταν χωρίς διακρίβωση ή μελέτη ότι τα συμφέροντα των πιστωτών θα προστατεύονταν. Περαιτέρω και ανεξάρτητα με την αγορά των ομολόγων και τις ζημιές που προέκυψαν από την απομείωση τους, δεν λήφθηκαν αποτελεσματικά μέτρα από την Κεντρική Τράπεζα για τη βελτίωση της ρευστότητας της Λαϊκής και δεν λαμβάνονταν μέτρα αποτελεσματικά προς διόρθωση των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε η Λαϊκή, αφού η Κεντρική Τράπεζα συρόταν πίσω από τις ενέργειες της κυβέρνησης, η οποία αρνείτο πεισματικά να πάρει μέτρα για βελτίωση των οικονομικών του κράτους.
Η Κεντρική Τράπεζα, έστω και εάν η κυβέρνηση αρνείτο να λάβει μέτρα για την βελτίωση των οικονομικών του κράτους, όφειλε να δράσει ώστε και τα συμφέροντα των ανασφάλιστων πιστωτών, πέραν των €1000.000,00 ως ήταν ο καταθέτης, να τύχει της προστασίας του Νόμου.
- Η Κεντρική Τράπεζα όφειλε να αξιολογήσει τις παραλείψεις της κυβέρνησης που δεν αποτάθηκε έγκαιρα για εξωτερική οικονομική βοήθεια.
- Η Κεντρική Τράπεζα όφειλε να λειτουργεί ανεξάρτητα από τις επιλογές και ενέργειες της κυβέρνησης. Η Κεντρική Τράπεζα «συμπορευόμενη» με τις επιλογές της κυβέρνησης, αφενός δεν τόλμησε να πάρει δραστικά μέτρα έγκαιρα έναντι της Λαϊκής Τράπεζας, αφετέρου ήλπιζε πως το πρόβλημα το οποίο υπήρχε, και ήταν εμφανές, αναφορικά με τα οικονομικά της Λαϊκής Τράπεζας, θα επιλυόταν με τη δανειοδότηση του κράτους όταν και το κράτος θα δανειζόταν, αφού χρειαζόταν και αυτό δανεισμό. Όταν όμως αυτό δεν έγινε κατορθωτό ήταν πλέον αργά και κυρίως χωρίς δεύτερο σχέδιο ή εναλλακτική λύση αντιμετώπισης του προβλήματος, αλλά και απροετοίμαστα, με αποτέλεσμα οι καταθέτες της Λαϊκής Τράπεζας, να παραμείνουν εκτεθειμένοι. Όφειλε η Κεντρική Τράπεζα να είχε εναλλακτικό σχέδιο προστασίας των καταθετών.
- Η Κεντρική Τράπεζα δεν διαχώρισε την πορεία της σε σχέση με την κυβέρνηση, η οποία λειτουργούσε με κριτήρια μη επιστημονικά, αντίθετα λάμβανε υπόψη το πολιτικό κόστος σε κάθε ενέργεια της σχετιζόμενη με την ανακεφαλαιοποίηση ή λειτουργία ή και διαχείριση της Λαϊκής Τράπεζας, αποφεύγοντας να αποταθεί έγκαιρα σε ευρωπαϊκούς μηχανισμούς στήριξης, ή να συμμορφωθεί με τη συμφωνία των Αρχηγών των Κρατών Μελών, τη Σύσταση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, γεγονός όμως που δεν αξιολογήθηκε ορθά από την Κεντρική Τράπεζα, η οποία όφειλε να αφουγκραστεί και να αντιληφθεί τις πιθανές συνέπειες και τους κινδύνους, αναφορικά με την περαιτέρω λειτουργία και εξέλιξη της Λαϊκής Τράπεζας. Η εξουσία της Κεντρικής Τράπεζας, εκ του Άρθρου 30 του Ν.66(Ι)/1997 είναι σαφής και μπορούσε να πάρει αμέσως μέτρα όταν διαπίστωσε ότι η κυβέρνηση δεν λάμβανε τα κατάλληλα μέτρα προς αντιμετώπιση της οικονομικής κατάστασης των τραπεζών της Κύπρος και γενικά της οικονομικής κατάστασης του κράτους.
- Η Κεντρική Τράπεζα αρκέστηκε στην άποψη ότι η απομείωση των καταθέσεων – «κούρεμα» είναι αντισυνταγματικό και δεν θα λαμβάνονταν από την κυβέρνηση τέτοιο μέτρο και ως εκ τούτου παρέμεινε αδρανής χωρίς διορθωτικά και αποτελεσματικά μέτρα για την εξεύρεση ρευστότητας.
- Ένα άλλο σημαντικό γεγονός που δεν λήφθηκε σοβαρά υπόψη από την Κεντρική Τράπεζα, ώστε να λαμβάνονταν έγκαιρα τα αναγκαία μέτρα έναντι της Λαϊκής Τράπεζας, ήταν και ο αποκλεισμός της Κυπριακής Δημοκρατίας τον Μάϊο του 2011 από τις διεθνείς αγορές, λόγω της μεγάλης έκθεσης των κυπριακών τραπεζών στα Ελληνικά Ομόλογα.
- Η Κεντρική Τράπεζα επίσης επέδειξε αμέλεια, σε συνέχεια με την παράλειψη να αξιολογήσει τις εξελίξεις που υπήρξαν τον Μάϊο του 2011, ήτοι όταν η Κυπριακή Δημοκρατία αποκλείστηκε από τις διεθνείς αγορές, και όταν 2 μήνες μετά, τον Ιούλιο του 2011 επήλθε η έκρηξη στο Μαρί με πολύ μεγάλες ζημιές αλλά και τον Οκτώβριο του 2011 με την απομείωση των Ελληνικών Ομολόγων. Τα γεγονότα αυτά σαφώς έδειχναν πως τα οικονομικά του κράτους δεν ήταν τέτοια που αυτό θα μπορούσε να παράσχει στην Λαϊκή Τράπεζα και στην Τράπεζα Κύπρου.
- Είναι σημαντικό επίσης να σημειωθεί πως η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών έδωσε προθεσμία στη Λαϊκή να ανακεφαλαιοποιηθεί από μόνη της μέχρι τις 30/6/2012, πλην όμως, η Κεντρική Τράπεζα ουδέποτε κατευθύνθηκε προς αυτή την επιλογή και ουδέποτε το έπραξε, παρότι είχε την εξουσία, και παρότι υπήρχαν τα προβλήματα ρευστότητας και οι πιέσεις στα οικονομικά και της Λαϊκής αλλά και της Κυπριακής Δημοκρατίας.
- Ήταν λάθος η συνέχιση παροχής Βοήθειας Έκτακτης Ρευστότητας στη Λαϊκή Τράπεζα μετά που αυτή ήταν φαινομενικά μόνο φερέγγυα.
Οι πιο πάνω πράξεις και παραλείψεις της Κεντρικής Τράπεζα, ως έκρινε το Δικαστήριο, αποτέλεσαν σοβαρή αμέλεια, αφού η Κεντρική Τράπεζα γνώριζε τους κινδύνους και αποδέχτηκε αδιαφορώντας για το αποτέλεσμα που ήταν η μη εξασφάλιση των συμφερόντων των καταθετών, βασιζόμενη μόνο στο ότι θα εξασφαλιζόταν δάνειο από την Κυπριακή Δημοκρατία και θα λυνόταν το πρόβλημα των τραπεζών. Η αδιαφορία στη λήψη αποτελεσματικών μέτρων έναντι της Λαϊκής, ως αναφέρθηκε πιο πάνω, αποτέλεσε συμπεριφορά πέραν της συνήθους αμεριμνησίας για ένα ζήτημα οικονομικής φύσεως, που ήταν εφικτό να αντιμετωπισθεί ενώ υπήρχε το καθήκον, η θετική υποχρέωση, για παρέμβαση και αντιμετώπιση των κινδύνων που ήταν και προβλέψιμοι αλλά και υπαρκτοί.
Διαπίστωση ευθύνης της Κυπριακή Δημοκρατίας
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία επέδειξε την απαιτούμενη αμέλεια έναντι του καταθέτη της Λαϊκής για τους ακόλουθους λόγους:
- Η Κυπριακή Δημοκρατία δεν αποτάθηκε έγκαιρα στους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς για δανεισμό με δεδομένο ότι ο δανεισμός ήταν απαραίτητος γι’ αυτήν. Αργότερα και στη συνέχεια βασίστηκε, χωρίς σοβαρότητα και προγραμματισμό, στην επιλογή του δανεισμού χωρίς να γνώριζε τις ανάγκες των τραπεζών, οι οποίες ήταν πολύ ψηλότερες από τις ανάγκες του κράτους, χωρίς εναλλακτικό σχέδιο και όταν δεν εγκρίθηκε το δάνειο που ζήτησε βρέθηκε μπροστά σε ανεπιθύμητα διλήμματα και μονόδρομους, χάριν στην απροθυμία της κυβέρνησης να λάβει μέτρα για αποκοπές μισθών αλλά και να πληροί τις προϋποθέσεις ώστε να εξασφάλιζε δάνειο, γεγονός που την οδήγησε στη ψήφιση των μέτρων εξυγίανσης και του «κουρέματος» το 2013.
- Η Κυπριακή Δημοκρατία ανέλαβε ευθύνη δια των τοποθετήσεων των εκπροσώπων της, και ειδικότερα του Προέδρου της Δημοκρατίας ότι δεν επρόκειτο να επιτρέψει «κούρεμα» καταθέσεων, γεγονός που λειτούργησε, δικαιολογημένα, ώστε ο καταθέτης να μην αποσύρει προγενέστερα τις καταθέσεις του, με αποτέλεσμα να υποστεί πραγματική ζημιά δια της απώλειας τους.
- Η Κυπριακή Δημοκρατία όφειλε να προστατέψει την περιουσία των καταθετών, καθώς η προστασία την περιουσίας είναι θεμελιώδης δικαίωμα και είναι συνταγματική υποχρέωση της Κυπριακής Δημοκρατίας η προστασία της περιουσίας.
- Η Κυπριακή Δημοκρατία εύλογα μπορούσε να προβλέψει, και/ή ο κίνδυνος ήταν υπαρκτός, δεδομένων των δικών της οικονομικών αναγκών, πως το αποτέλεσμα της αδυναμίας της να χρηματοδοτήσει τις δύο τράπεζες, θα ήταν η κατάρρευση των δύο τραπεζών και κατ’ επέκταση η απώλεια των καταθέσεων, ή μέρος αυτών, των καταθετών.
Το Δικαστήριο κατέληξε ότι πως η απομείωση των καταθέσεων του καταθέτη οφειλόταν στις αμελείς πράξεις της Κυπριακής Δημοκρατίας και στη σοβαρή αμέλεια της Κεντρική Τράπεζας. Η οικονομική κρίση που έπληξε την Κύπρο το 2009 δεν αντιμετωπίστηκε ως θα έπρεπε από την κυβέρνηση, ως του υπεύθυνου θεσμού για τον σχεδιασμό, ανάπτυξη και προστασία της οικονομίας, αλλά ούτε και από την Κεντρική Τράπεζα ως θεσμικού οργάνου – επόπτη, που ήταν ο προστάτης του χρηματοπιστωτικού συστήματος και της ορθής λειτουργίας των τραπεζών, καθώς και του ελέγχου γενικότερα του τραπεζικού συστήματος, και της προστασίας των καταθετών. Επακόλουθο όλων η παραβίαση του δικαιώματος της περιουσίας του καταθέτη.
Στη βάση των ανωτέρω, το Δικαστήριο έκρινε ότι ο καταθέτης έχει υποστεί βλάβη στην περιουσία του για την οποία δικαιούται αποζημίωση και ως εκ τούτου στις 08/11/2023 εκδόθηκε απόφαση προς όφελος του καταθέτη και εναντίον της Κεντρικής Τράπεζας και της Κυπριακής Δημοκρατίας για το ποσό των €780.832,90.
Δέον ν’ αναφερθεί ότι την 01/12/2023 νέα απόφαση εκδόθηκε από το ίδιο δικαστήριο που έκδωσε την πιο πάνω απόφαση, με την οποία αποδόθηκε ευθύνη, στη βάση των ίδιων λόγων που αναφέρονται ανωτέρω, στην Κεντρική Τράπεζα και στην Κυπριακή Δημοκρατία για την απώλεια που υπέστησαν πέντε καταθέτες της Λαϊκής Τράπεζας για εξαιτίας της απομείωσης των καταθέσεων – «κούρεμα» το 2013.
Τέλος, ο Γενικός Εισαγγελέας έχει προβεί σε ανακοίνωση ότι θα καταχωρήσει έφεση, εκ μέρους της Κεντρική Τράπεζας και της Κυπριακής Δημοκρατίας, εναντίον και των δυο πιο πάνω αναφερόμενων αποφάσεων.